Κατάργηση της εξαίρεσης του 13% ΦΠΑ για τις υπηρεσίες all inclusive στα ξενοδοχεία ζητά η Κομισιόν
Ερευνάται η διαφορετική φορολογική μεταχείριση στο χώρο της εστίασης. ( 13% ΦΠΑ για πακέτο και 23% ΦΠΑ για σερβίρισμα)
Απάντηση της Κομισιόν στο Νίκο Χουντή
Ενώ εφαρμόζεται μόλις από 1/9/2011 η εξαίρεση στο 13% ΦΠΑ των υπηρεσιών all inclusive στα ξενοδοχεία, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή απαντώντας σήμερα, 28/9/2011, σε ερώτηση του ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Νίκου Χουντή, αφήνει με απόλυτη σαφήνεια να εννοηθεί ότι τάσσεται υπέρ της κατάργησης της εξαίρεσης των all inclusive ξενοδοχείων, που όπως λέει παραβιάζει την «αρχή της φορολογικής ουδετερότητας». Ταυτόχρονα, με την ίδια απάντηση η Κομισιόν αφήνει ανοιχτό το ερώτημα της νομιμότητας των υπολοίπων διαφοροποιήσεων του ΦΠΑ στο χώρο της εστίασης για τις υπηρεσίες «πακέτου» που είναι στο 13% και τις υπηρεσίες «σερβιρίσματος» που είναι στο 23%.
Πιο συγκεκριμένα σε ερώτησή του (25/8/2011) με τη διαδικασία του κατεπείγοντος ο Ν. Χουντής, τόνιζε ότι «επικρατεί μια σχιζοφρενική κατάσταση στην ελληνική τουριστική αγορά καθώς επισήμως έχει προγραμματιστεί από το Ελληνικό Υπουργείο Οικονομικών η επέκταση του ΦΠΑ για την εστίαση στην Ελλάδα στο 23% από 1.9.2011, που είναι σήμερα 13% από 8% που ήταν πριν 3 χρόνια. Σύμφωνα με τις επίσημες κυβερνητικές ανακοινώσεις, μοναδική εξαίρεση στην αύξηση του ΦΠΑ αποτελούν οι υπηρεσίες “all inclusive” που παραμένουν στο 13%». Συνεχίζοντας την ερώτησή του, αφού μεταξύ άλλων, σχολίαζε ότι είναι πολύ υψηλός ο συντελεστής 23% αφού οι «ανταγωνιστικές τουριστικά χώρες στην περιοχή της Μεσογείου, είτε ανήκουν στην ΕΕ είτε όχι, έχουν στη συντριπτική τους πλειοψηφία μονοψήφιο συντελεστή ΦΠΑ», ζητούσε από την Κομισιόν να ερευνήσει αν «τίθεται θέμα ανταγωνισμού και διάκρισης όταν για τις ίδιες υπηρεσίες (εστίασης), φορολογούνται λιγότερο όσοι προσφέρουν all inclusive πακέτα από όσους π.χ. προσφέρουν, ημιδιατροφή ή μόνο πρωινό». Τέλος ζητούσε από την Κομισιόν να λάβει μέτρα «για να αποφευχθεί η απαράδεκτη και παράνομη διάκριση εις βάρος των μικρών επιχειρήσεων και καταναλωτών και να σταματήσει η τεράστια σύγχυση που έχει δημιουργηθεί στην αγορά εξαιτίας των αλλοπρόσαλλων αυτών πολιτικών».
Στην απάντησή του ο αρμόδιος Επίτροπος για την φορολογία κ. Šemeta, αφού αναφέρεται στις γενικές αρχές «Οι διατάξεις για τους συντελεστές του ΦΠΑ που θεσπίζονται από την οδηγία για τον ΦΠΑ (οδηγία 2006/112/ΕΚ) επιτρέπουν στα κράτη μέλη να εφαρμόζουν μειωμένους συντελεστές ΦΠΑ σε ορισμένες παραδόσεις αγαθών και σε ορισμένες παροχές υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των υπηρεσιών εστίασης και τροφοδοσίας. Βάσει των ρυθμίσεων αυτών, ο προσδιορισμός και ο ορισμός των πράξεων που μπορούν να φορολογηθούν με μειωμένο συντελεστή εμπίπτει στην αρμοδιότητα των οικείων κρατών μελών. Εξάλλου, τίποτα δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να εφαρμόζουν τον κανονικό συντελεστή στις εν λόγω πράξεις.» τονίζει: «Ωστόσο, στο πλαίσιο της άσκησης της εξουσίας αυτής, τα κράτη μέλη οφείλουν να σέβονται την αρχή της φορολογικής ουδετερότητας. Η αρχή αυτή δεν επιτρέπει μεταξύ άλλων να αντιμετωπίζονται διαφορετικά από πλευράς ΦΠΑ εμπορεύματα ή παρεχόμενες υπηρεσίες παρόμοια, δηλαδή ανταγωνιστικά τα μεν με τα δε, οπότε τα εν λόγω εμπορεύματα ή οι εν λόγω υπηρεσίες πρέπει να υπόκεινται σε ενιαίο συντελεστή, προκειμένου να εξαλείφεται κάθε στρέβλωση του ανταγωνισμού» και καταλήγει «Η Επιτροπή θα προβεί στις απαραίτητες επαφές για να λάβει τις σχετικές διευκρινίσεις για τα πραγματικά περιστατικά που επικαλείται το Αξιότιμο Μέλος του Κοινοβουλίου. Η Επιτροπή μπορεί, κατά περίπτωση, να απευθύνει συστάσεις στο πλαίσιο της Επιχειρησιακής μονάδας («task force») για την Ελλάδα, η συγκρότηση της οποίας εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο τον Ιούνιο του 2011 με βάση την πρόταση του Προέδρου της Επιτροπής, και να ερευνήσει τον φάκελο στο πλαίσιο της διαδικασίας του άρθρου 258 ΣΛΕΕ.
(Σημειώνεται ότι το άρθρο 258 της Συνθήκης Λειτουργίας της ΕΕ, αναφέρει ότι « Αν η Επιτροπή κρίνει ότι ένα κράτος μέλος έχει παραβεί υποχρέωσή του εκ των Συνθηκών…. Η Επιτροπή δύναται να προσφύγει στο Δικαστήριο της Ευρωπαικής Ένωσης»).