Τρανταχτή αντίφαση πρώτη που τινάζει στον αέρα όλη την δήθεν φιλοσοφία του σχεδίου νόμου περί αναβάθμισης του ρόλου του εκπαιδευτικού, αποτελεί η θέσπιση του πιστοποιητικού παιδαγωγικής επάρκειας με την ταυτόχρονη συμμετοχή στο διαγωνισμό του ΑΣΕΠ.
Η παιδαγωγική κατάρτιση είναι ασφαλώς αναγκαία και επιβεβλημένη σε αυτόν που θα θελήσει να ακολουθήσει το επάγγελμα του εκπαιδευτικού. Αυτή πρέπει να χορηγείται από τα πανεπιστημιακά ιδρύματα, πράγμα που προβλέπει το σχέδιο νόμου όπως φυσικά και το γνωστικό κομμάτι της εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών ανήκει στις σχολές των πανεπιστημίων. Αφού όμως η ουσιαστική εκπαίδευση και κατάρτιση ανήκει στις πανεπιστημιακές σχολές, πώς είναι δυνατόν να έρχεται στη συνέχεια ο διαγωνισμός του ΑΣΕΠ ο οποίος θα επαναξιολογεί τα ίδια ακριβώς αντικείμενα στα οποία κρίθηκε ο εκπαιδευτικός και μάλιστα με επιτυχία; Πώς μια ολιγόωρη γραπτή διαδικασία μπορεί να καθορίσει και να αξιολογήσει έναν υποψήφιο εκπαιδευτικό ότι μπορεί να εφαρμόσει αυτά για τα οποία έχει εκπαιδευτεί; Η απάντηση δεν είναι άλλη από το ότι ο ΑΣΕΠ χρησιμοποιείται απλά ως μηχανισμός διαλογής και απόρριψης μερικών εκατοντάδων εκπαιδευτικών που περισσεύουν. Είναι παραπλανητικό και εκ του πονηρού ότι ο διαγωνισμός εξασφαλίζει τους ικανότερους να διδάξουν, αφού η διδακτική ικανότητα τεκμηριώνεται μόνο από την πρακτική άσκηση που κάνουν οι φοιτητές στις παιδαγωγικές σχολές και όχι από μια γραπτή διαδικασία. Η αντίφαση αυτή συνεχίζεται ακόμη περισσότερο καθώς μετά από όλες αυτές τις διαδικασίες αξιολόγησης που ένας εκπαιδευτικός σύμφωνα με το σχέδιο νόμου θα περάσει(εξετάσεις στη σχολή του, απόκτηση παιδαγωγικής επάρκειας, εξετάσεις ΑΣΕΠ) στη συνέχεια διορίζεται για δυο χρόνια ως δόκιμος και όχι ως μόνιμος εκπαιδευτικός. Εδώ ανοίγει ένα άλλο μεγάλο κεφάλαιο καθώς γεννιούνται πολλά ερωτηματικά για το ποιοι θα κρίνουν στο στάδιο αυτό τον δόκιμο εκπαιδευτικό, τι προσόντα θα έχουν οι κριτές και από ποιες διοικητικές θέσεις έτσι ώστε να μονιμοποιηθεί τελικά ο αυτός ο εκπαιδευτικός;
Πάνω στο θέμα της παιδαγωγικής επάρκειας το σχέδιο νόμου προβλέπει ότι αυτή μπορεί να αποκτηθεί και με την απόκτηση Μεταπτυχιακού στις επιστήμες της Αγωγής. Στην περίπτωση αυτή όμως δημιουργείται μια μεγάλη ανισότητα καθώς στα περισσότερα μεταπτυχιακά προγράμματα οι φοιτητές καταβάλλουν δίδακτρα και μάλιστα όχι ευκαταφρόνητα ποσά. Πώς λοιπόν θα αντιμετωπιστεί μια τέτοια αδικία για όσους δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα αλλά επιθυμούν να ακολουθήσουν το επάγγελμα του εκπαιδευτικού;
Γεννιέται επίσης το εύλογο ερώτημα τι θα γίνει με τους χιλιάδες εκπαιδευτικούς οι οποίοι έχουν αποφοιτήσει από τα πανεπιστήμια χωρίς την παιδαγωγική επάρκεια. Πόσο είναι έτοιμο το υπουργείο παιδείας να οργανώσει τον τομέα αυτό στα μόλις δυο χρόνια που προβλέπεται να αρχίσει να ισχύει το νέο σύστημα; Είναι με μαθηματική ακρίβεια αδύνατο.
Αντίφαση αποτελεί επίσης η πριμοδότηση με δυο μόρια των εκπαιδευτικών που αποσπώνται στα γραφεία εκπαίδευσης και στο Υπουργείο Παιδείας. Η κυρία Διαμαντοπούλου δήλωνε και δηλώνει ότι οι εκπαιδευτικοί πρέπει να είναι στην τάξη, να είναι μάχιμοι. Για ποιο λόγο λοιπόν δίνει δυο μόρια επιπλέον σε όσους αποσπαστούν σε γραφεία ή στο υπουργείο; Απλούστατα ο λόγος είναι ότι αυτοί οι εκπαιδευτικοί καλύπτουν ανάγκες διοικητικών υπαλλήλων και είναι απαραίτητοι δεν είναι οι τεμπέληδες όπως τους παρουσίαζαν τα ΜΜΕ πριν από λίγους μήνες.
Με το νέο πολυνομοσχέδιο καθιερώνεται ο θεσμός του Μέντορα του νεοδιοριζόμενου εκπαιδευτικού. Αλήθεια τι αρμοδιότητες θα έχει ο εκτελών χρέη Μέντορα; Ποιοι θα μπορούν να διαδραματίσουν έναν τέτοιο ρόλο; Κάτω από ποιες προϋποθέσεις και με ποια προσόντα; Μήπως θα υποκαταστήσουν τους σχολικούς συμβούλους ; Είναι ερωτήματα που δεν απαντώνται στο σχέδιο νόμου.
Μια καλοστημένη παγίδα αποτελεί και η εξαγγελία του περιορισμού των ωρομίσθιων εκπαιδευτικών. Στο πολυνομοσχέδιο αναφέρεται ότι θα διορίζονται αναπληρωτές με μειωμένο ωράριο αλλά θα έχουν όλα τα δικαιώματα των αναπληρωτών. Ουσιαστικά εισάγεται ένας νέος όρος και είναι αυτός του αναπληρωτοωρομίσθιου . Θα είναι δηλαδή μια ενδιάμεση κατάσταση, κάτι ανάμεσα σε αναπληρωτή και ωρομίσθιο. Με αυτόν τον τρόπο θολώνουν για λίγο τα νερά για να δείξουν ότι καταργούν τους ωρομίσθιους. Στην ουσία όμως τους εισάγουν από την πίσω πόρτα.
Μπροστά σε αυτό το σχέδιο νόμου οι συνδικαλιστικές ηγεσίες των εκπαιδευτικών θα πρέπει αρχικά να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων και να τοποθετηθούν με συγκεκριμένες προτάσεις σε ένα προς ένα όλα τα θέματα, θα πρέπει να διατυπώσουν με σαφήνεια τις θέσεις τους και να γνωστοποιήσουν τις απόψεις τους συγκεκριμένα και χωρίς υπεκφυγές προς την πολιτική ηγεσία του υπουργείου παιδείας, προς τους γονείς αλλά και προς την κοινωνία γενικότερα. Αυτό ίσως δημιουργήσει και τις προϋποθέσεις να σπάσει ο πάγος στον οποίο βρίσκονται σήμερα οι περισσότεροι εκπαιδευτικοί και να αναπτυχθεί ένας αγώνας ανατροπής της συγκεκριμένης εκπαιδευτικής πολιτικής.
Σπύρος Βλαχόπουλος
Δάσκαλος